Επανένταξη της Ρητορικής στην Εκπαίδευση
(πρόταση που κατατέθηκε στον εθνικό διάλογο για την Παιδεία)
Περίληψη
Η παρούσα πρόταση υποστηρίζει τη συστηματική και παράλληλη καλλιέργεια του προφορικου λόγου και της δημιουργικής σκέψης. Η ρητορική παιδεία, είτε ως αυτόνομο αντικείμενο είτε ως μέθοδος που εφαρμόζεται σε όλα τα μαθήματα του αναλυτικού προγράμματος, θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντική πτυχή ανανέωσης του αναλυτικού προγράμματος πολλών μαθημάτων όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης και ενδυνάμωσης των μαθητών σε ποικίλους τομείς της προσωπικότητάς τους. Ο απώτερος στόχος είναι η διαμόρφωση ολοκληρωμένων ομιλητών και σκεπτόμενων ενεργών πολιτών με πίστη στον δημοκρατικό διάλογο.
Abstract
This proposal supports the systematic and parallel cultivation of oral speech and creative thinking. Rhetoric education, either as a standalone object or as method applied to all subjects in the curriculum, could be an important aspect of renewal of the curriculum for all levels of education and empowerment of students in various areas of their personality. The ultimate goal is to develop integrated speakers and thinkers-active citizens with faith in the democratic dialogue.
Λέξεις-κλειδιά: Ρητορική στην εκπαίδευση, προφορικός λόγος, δημιουργική σκέψη, δημοκρατική παιδεία
Η Ρητορική ως επιστήμη και ως τέχνη του «καλώς λέγειν», δηλ. του λόγου που χαρακτηρίζεται από γραμματική αρτιότητα, αισθητική, ηθική αξία και πρακτική αποτελεσματικότητα, αποτέλεσε για αιώνες βασικό αντικείμενο του σχολικού προγράμματος. Από τις αρχές του 19ου αιώνα η ρητορική σχεδόν εξαφανίστηκε από τα αναλυτικά προγράμματα των χωρών της Δύσης. Ο λόγος για αυτή την αλλαγή συνδέεται κυρίως με την εφεύρεση της τυπογραφίας. Μέχρι τότε ο προφορικός λόγος ήταν ο απόλυτα κυρίαρχος τρόπος έκφρασης και επικοινωνίας. Τα παιδιά που διδάσκονταν να χρησιμοποιούν τον λόγο επιδέξια μπορούσαν να ανέλθουν σε κοινωνική δύναμη και θέση, ενώ όσοι δεν χειρίζονταν τον προφορικό λόγο αποτελεσματικά, μειονεκτούσαν. Όταν ο έντυπος λόγος έγινε κυρίαρχος τρόπος έκφρασης και επικοινωνίας, η ανάγκη για γρήγορη απομνημόνευση και προφορική αναπαραγωγή μειώθηκε αισθητά. Αντίστοιχα μειώθηκε η ανάγκη εκπαίδευσης σε στοιχεία της ρητορικής στα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Στον ελληνικό χώρο η καλλιέργεια του προφορικού λόγου, ως μέρος της γλωσσικής διδασκαλίας, άρχισε να βρίσκει τη θέση που του αξίζει μόλις την τελευταία δεκαετία[1]. Σε αυτή την κατεύθυνση έχουν συμβάλει, μεταξύ άλλων, τα νέα προγράμματα σπουδών, αναθεωρημένες εκδόσεις σχολικών εγχειριδίων με πολλές προφορικές δραστηριότητες, το μάθημα των σχεδίων εργασίας (project), η προώθηση των ρητορικών ομίλων ως καινοτόμων πολιτιστικών προγραμμάτων και ως απογευματινών δραστηριοτήτων, οι Αγώνες Αντιλογίας-Επιχειρηματολογίας του Υπουργείου Παιδείας και αντίστοιχες διοργανώσεις δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, η συμμετοχή πολλών σχολείων σε μοντέλα προσομοίωσης πολιτικών θεσμών (και στην Αγγλική), καθώς και οι φοιτητικοί ρητορικοί όμιλοι, που λαμβάνουν μέρος σε πολλές ξένες και ελληνικές διοργανώσεις (λαμπρό δείγμα οι τελευταίοι παγκόσμιοι αγώνες στη Θεσσαλονίκη). Αξίζει να σημειωθεί και η εκτεταμένη δράση μη κερδοσκοπικών οργανώσεων, όπως η επιστημονική Ελληνική Ένωση για την Προώθηση της Ρητορικής στην Εκπαίδευση (www.rhetoricedu.com), που έχει επιμορφώσει εθελοντικά εκατοντάδες εκπαιδευτικούς σε όλη την Ελλάδα (από το 2006 και επίσημα από το 2008)[2].
Γιατί θεωρούμε απαραίτητη την επανένταξη της ρητορικής παιδείας στο αναλυτικό πρόγραμμα;
Λαμβάνοντας υπόψη τις ιστορικές συγκυρίες, θα μπορούσαμε να καθορίσουμε τις προϋποθέσεις για να διαµορφωθεί και να αναπτυχθεί η ρητορική: α) ευκαιρίες έκφρασης απόψεων µπροστά σε κοινό, β) ελευθερία λόγου. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, το ότι η ρητορική αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στη δηµοκρατική Αθήνα του 5ου αι. π.Χ. Με δεδομένο ότι αυτές οι προϋποθέσεις υπάρχουν και στη σύγχρονη κοινωνική και εκπαιδευτική πραγματικότητα και εφόσον λάβουμε υπόψη τις απαιτήσεις που επιβάλλει:
α) η Κοινωνία της Πληροφορίας,
β) η απομάκρυνση, κυρίως των νέων, από τον άμεσο και ζωντανό διάλογο λόγω της στενής σχέσης τους με τις ΤΠΕ,
γ) η σημασία επίδειξης δεξιοτήτων επικοινωνίας στον διαπροσωπικό και επαγγελματικό χώρο,
δ) η έκφραση ιδεών με εμπεριστατωμένο τρόπο, η στήριξη απόψεων με ισχυρά επιχειρήματα και η τεκμηριωμένη ανασκευή της αντίθετης άποψης (πρακτικές που απουσιάζουν από τον δημόσιο λόγο και δεν καλλιεργούνται ουσιαστικά στο σχολείο),
ε) η αναγκαιότητα κριτικής στάσης και δυναμικής συμμετοχής των πολιτών στα κοινωνικά δρώμενα,
... αναδεικνύεται η ανάγκη:
α) για παραγωγή ‒ άρθρωση προφορικού λόγου μεστού περιεχομένου, αποτελεσματικού, τεκμηριωμένου και προσαρμοσμένου στις εκάστοτε συνθήκες επικοινωνίας,
β) για ανάπτυξη της αυτοπεποίθησης στη δημόσια ομιλία, ώστε να μπορεί ο μελλοντικός πολίτης να συμμετέχει με παρρησία στα κοινά,
γ) για καλλιέργεια της κριτικής αλλά και της δημιουργικής σκέψης, με συστηματικό τρόπο, ώστε να μπορούν οι μαθητές στον παρόντα αλλά και στον ενήλικο βίο τους να κρίνουν τις παντοειδείς πληροφορίες που δέχονται και να επιλύουν, με εναλλακτικό τρόπο, προβλήματα σε κάθε χώρο,
δ) για κοινωνική και συναισθηματική αγωγή, που προωθεί την ανάπτυξη αλληλοσεβασμού, την αποτελεσματική επίλυση συγκρούσεων, την αυτογνωσία και τη διάθεση συνεχούς αυτοβελτίωσης.
Με ποιον τρόπο θα μπορούσε να επανενταχθεί η Ρητορική στην εκπαίδευση;
Η επιλογή του τρόπου, καθώς και η βαθμίδα / τάξη της πρώτης ένταξης θα καθορίσει και την έκταση της επίδρασης που θα έχει στον μαθητικό πληθυσμό. Θεωρούμε ότι ένα ενιαίο πρόγραμμα, από την προσχολική αγωγή έως και τη Γ΄ Λυκείου, θα ήταν το ιδανικό, ώστε να αναπτυχθεί, με φυσικό και συστηματικό τρόπο, η δεξιότητα παραγωγής προφορικού λόγου και η αποτελεσματική επικοινωνία και ο δημιουργικός τρόπος σκέψης, που παράγει πολλές, καλές και πρωτότυπες ιδέες. Η ρητορική, λοιπόν, θα μπορούσε να ενταχθεί:
Ποιο θα μπορούσε να είναι το περιεχόμενο ενός σύγχρονου μαθήματος ρητορικής τέχνης;
Ένα σύγχρονο πρόγραμμα ρητορικής τέχνης δεν μπορεί παρά να αντλεί στοιχεία από την κλασική παράδοση των αρχαιοελληνικών και ρωμαϊκών ρητορικών σχολών και δασκάλων αλλά και να αξιοποιεί ένα διεπιστημονικό πλαίσιο που θα μπορούσε να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων: στοιχεία βιωματικής και παιγνιώδους μάθησης, θεάτρου, πολιτικής παιδείας, εφαρμοσμένης γλωσσολογίας, κοινωνιογλωσσολογίας, γνωστικής και σχολικής ψυχολογίας, επικοινωνιολογίας. Υποστηρίζουμε ακόμη ότι ο προφορικός λόγος που καλλιεργείται αποκομμένος από τη δημιουργική σκέψη δεν διαθέτει την πρωτοτυπία και την έμπνευση που απαιτείται για να είναι αποτελεσματικός, αυθεντικός και πραγματικά ρητορικός. Για αυτό τον λόγο και δεν θεωρούμε επαρκή την ενασχόληση αποκλειστικά με την πειθώ και την επιχειρηματολογία – εξάλλου η πλειονότητα των θεμάτων που ζητούνται στη δευτεροβάθμια τουλάχιστον εκπαίδευση και μάλιστα στο Λύκειο απαιτούν λογική και γνώσεις των υπέρ και των κατά διαφόρων απόψεων / προτάσεων. Το αποτέλεσμα είναι η εικόνα της ξύλινης γλώσσας των γραπτών της Γ΄ Λυκείου, που αποτελεί κοινή διαπίστωση καθηγητών και διορθωτών. Τέλος, δεν αρκεί μόνο ο λόγος και η σκέψη. Σημασία για έναν ολοκληρωμένο ομιλητή έχει και η συναισθηματική αγωγή του και η ικανότητά του να συνυπάρχει αρμονικά με τους γύρω του, να ανταλλάσσει απλόχερα γνώσεις και εμπειρίες και να ενδυναμώνεται από τη συμμετοχή στην ομάδα.
Με βάση το παραπάνω θεωρητικό πλαίσιο και τους ποικίλους προβληματισμούς που καταγράφηκαν με συντομία, έχει σχεδιαστεί, εφαρμόζεται και αξιολογείται από τη γράφουσα το πρόγραμμα «Τεισίας©» σε ποικίλα μαθησιακά πλαίσια εδώ και 14 χρόνια. Συμπεριλαμβάνεται στην παρούσα πρόταση ως ενδεικτικό παράδειγμα ενός αναλυτικού προγράμματος που λειτουργεί τόσο ως αυτόνομο μάθημα ρητορικής τέχνης αλλά και που μπορεί να διαχυθεί / διασυνδεθεί με όλα τα γνωστικά αντικείμενα ως εργαλείο και σύνολο δραστηριοτήτων[3].
Συνοπτικά, η παραπάνω πρόταση αποτελεί ένα ετήσιο πρόγραμμα βιωματικής μάθησης 30 ωρών (το ελάχιστο) με κύριο στόχο την παράλληλη και συστηματική καλλιέργεια του προφορικού λόγου / των επικοινωνιακών δεξιοτήτων και της δημιουργικής σκέψης. Πιο συγκεκριμένα:
Ολοκληρώνοντας τη συνοπτική παρουσίαση αυτής της πρότασης, σημειώνουμε ότι η αγάπη για τη (μητρική) Γλώσσα και για όσα εκείνη συνεπάγεται απορρέει από τον σεβασμό που αναπτύσσουμε από μικρή ηλικία αλλά και από τον θαυμασμό που μας γεννάται μέσα από την αποτελεσματική χρήση της. Η ρητορική παιδεία αποβλέπει στο να νιώσουν και να απολαύσουν σταδιακά οι μαθητές, είτε ως δημόσιοι ομιλητές είτε απλώς ως συζητητές στην καθημερινότητα, τη δύναμη των λέξεων και τη χαρά της έκφρασης των ιδεών τους. Μέσα από τη συνεχή εξάσκηση θα οπλιστούν με όλα όσα χρειάζονται για να μάθουν να ανταποκρίνονται σε (δια-)προσωπικές προκλήσεις και να προσαρμόζονται σε ποικίλες καταστάσεις.
Η παρούσα πρόταση ευελπιστεί να λειτουργήσει ως αφετηρία συζητήσεων για ένα πραγματικά μαθητοκεντρικό σχολείο που δίνει τον λόγο στους μαθητές και θέλει να ακούει τη γνώμη τους και που, κυρίως, τους βοηθά να μάθουν να παράγουν ιδέες και να τις εκφράζουν αποτελεσματικά. Θεωρούμε ότι το ζητούμενο και αυτό που λείπει, τελικά, για μια ουσιαστική αλλαγή στον χώρο της Παιδείας είναι αυτό ακριβώς: η συμμετοχή, το βίωμα, το νόημα στην καθημερινή σχολική πραγματικότητα.
Βάλια Λουτριανάκη
[1] Από το 1836 έως και τη δεκαετία του ’80 αφενός το γλωσσικό ζήτημα και αφετέρου η μαθητοκεντρική και αυταρχική, ενίοτε, ατμόσφαιρα δεν επέτρεψαν να δοθεί έμφαση στην καλλιέργεια του προφορικού λόγου των μαθητών.
[2] Η παρούσα πρόταση κινείται σε γενικό πλαίσιο και φιλοσοφία ανάλογη με εκείνη των προτάσεων που έχουν κατατεθεί στον παρόντα διάλογο και από άλλα δύο μέλη του ΔΣ της Ένωσης (η γράφουσα είναι η πρόεδρος), του Γιώργου Μπίκου (αντιπροέδρου) και της Φωτεινής Εγγλέζου (Γενικής Γραμματέως). Η Ένωση έχει καταθέσει στον διάλογο και ομαδική πρόταση για επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε θέματα που σχετίζονται με τον προφορικό λόγο, την επιχειρηματολογία, την επικοινωνία, τη δημιουργική σκέψη και τις δεξιότητες ζωής (life skills).
[3] Το πρόγραμμα κατατέθηκε στην αρχική μορφή του το 2010 στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και έλαβε έγκριση για να εφαρμοστεί ως έρευνα σχεδιασμού στο πλαίσιο διδακτορικής διατριβής σε 8 δημόσια και ιδιωτικά σχολεία της Αττικής. Επιβλέπουσα της διατριβής, που βρίσκεται στο στάδιο των τελικών πορισμάτων, είναι η καθ. Ευ. Φρυδάκη (ΕΚΠΑ, ΦΠΨ – Τομέας Παιδαγωγικής). Στην ολοκληρωμένη και πιο πρόσφατη μορφή του το πρόγραμμα προτείνεται στα σχολεία της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας (Αρσάκεια-Τοσίτσεια Σχολεία), στο μοναδικό για τα ελληνικά δεδομένα αυτόνομο μάθημα Αγωγής Προφορικού Λόγου. Σημειώνεται ότι η γράφουσα έχει καταθέσει την παρούσα πρόταση και το αναλυτικό πρόγραμμα στο ΙΕΠ και στο Υπουργείο Παιδείας.
(πρόταση που κατατέθηκε στον εθνικό διάλογο για την Παιδεία)
Περίληψη
Η παρούσα πρόταση υποστηρίζει τη συστηματική και παράλληλη καλλιέργεια του προφορικου λόγου και της δημιουργικής σκέψης. Η ρητορική παιδεία, είτε ως αυτόνομο αντικείμενο είτε ως μέθοδος που εφαρμόζεται σε όλα τα μαθήματα του αναλυτικού προγράμματος, θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντική πτυχή ανανέωσης του αναλυτικού προγράμματος πολλών μαθημάτων όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης και ενδυνάμωσης των μαθητών σε ποικίλους τομείς της προσωπικότητάς τους. Ο απώτερος στόχος είναι η διαμόρφωση ολοκληρωμένων ομιλητών και σκεπτόμενων ενεργών πολιτών με πίστη στον δημοκρατικό διάλογο.
Abstract
This proposal supports the systematic and parallel cultivation of oral speech and creative thinking. Rhetoric education, either as a standalone object or as method applied to all subjects in the curriculum, could be an important aspect of renewal of the curriculum for all levels of education and empowerment of students in various areas of their personality. The ultimate goal is to develop integrated speakers and thinkers-active citizens with faith in the democratic dialogue.
Λέξεις-κλειδιά: Ρητορική στην εκπαίδευση, προφορικός λόγος, δημιουργική σκέψη, δημοκρατική παιδεία
Η Ρητορική ως επιστήμη και ως τέχνη του «καλώς λέγειν», δηλ. του λόγου που χαρακτηρίζεται από γραμματική αρτιότητα, αισθητική, ηθική αξία και πρακτική αποτελεσματικότητα, αποτέλεσε για αιώνες βασικό αντικείμενο του σχολικού προγράμματος. Από τις αρχές του 19ου αιώνα η ρητορική σχεδόν εξαφανίστηκε από τα αναλυτικά προγράμματα των χωρών της Δύσης. Ο λόγος για αυτή την αλλαγή συνδέεται κυρίως με την εφεύρεση της τυπογραφίας. Μέχρι τότε ο προφορικός λόγος ήταν ο απόλυτα κυρίαρχος τρόπος έκφρασης και επικοινωνίας. Τα παιδιά που διδάσκονταν να χρησιμοποιούν τον λόγο επιδέξια μπορούσαν να ανέλθουν σε κοινωνική δύναμη και θέση, ενώ όσοι δεν χειρίζονταν τον προφορικό λόγο αποτελεσματικά, μειονεκτούσαν. Όταν ο έντυπος λόγος έγινε κυρίαρχος τρόπος έκφρασης και επικοινωνίας, η ανάγκη για γρήγορη απομνημόνευση και προφορική αναπαραγωγή μειώθηκε αισθητά. Αντίστοιχα μειώθηκε η ανάγκη εκπαίδευσης σε στοιχεία της ρητορικής στα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Στον ελληνικό χώρο η καλλιέργεια του προφορικού λόγου, ως μέρος της γλωσσικής διδασκαλίας, άρχισε να βρίσκει τη θέση που του αξίζει μόλις την τελευταία δεκαετία[1]. Σε αυτή την κατεύθυνση έχουν συμβάλει, μεταξύ άλλων, τα νέα προγράμματα σπουδών, αναθεωρημένες εκδόσεις σχολικών εγχειριδίων με πολλές προφορικές δραστηριότητες, το μάθημα των σχεδίων εργασίας (project), η προώθηση των ρητορικών ομίλων ως καινοτόμων πολιτιστικών προγραμμάτων και ως απογευματινών δραστηριοτήτων, οι Αγώνες Αντιλογίας-Επιχειρηματολογίας του Υπουργείου Παιδείας και αντίστοιχες διοργανώσεις δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, η συμμετοχή πολλών σχολείων σε μοντέλα προσομοίωσης πολιτικών θεσμών (και στην Αγγλική), καθώς και οι φοιτητικοί ρητορικοί όμιλοι, που λαμβάνουν μέρος σε πολλές ξένες και ελληνικές διοργανώσεις (λαμπρό δείγμα οι τελευταίοι παγκόσμιοι αγώνες στη Θεσσαλονίκη). Αξίζει να σημειωθεί και η εκτεταμένη δράση μη κερδοσκοπικών οργανώσεων, όπως η επιστημονική Ελληνική Ένωση για την Προώθηση της Ρητορικής στην Εκπαίδευση (www.rhetoricedu.com), που έχει επιμορφώσει εθελοντικά εκατοντάδες εκπαιδευτικούς σε όλη την Ελλάδα (από το 2006 και επίσημα από το 2008)[2].
Γιατί θεωρούμε απαραίτητη την επανένταξη της ρητορικής παιδείας στο αναλυτικό πρόγραμμα;
Λαμβάνοντας υπόψη τις ιστορικές συγκυρίες, θα μπορούσαμε να καθορίσουμε τις προϋποθέσεις για να διαµορφωθεί και να αναπτυχθεί η ρητορική: α) ευκαιρίες έκφρασης απόψεων µπροστά σε κοινό, β) ελευθερία λόγου. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, το ότι η ρητορική αναπτύχθηκε ιδιαίτερα στη δηµοκρατική Αθήνα του 5ου αι. π.Χ. Με δεδομένο ότι αυτές οι προϋποθέσεις υπάρχουν και στη σύγχρονη κοινωνική και εκπαιδευτική πραγματικότητα και εφόσον λάβουμε υπόψη τις απαιτήσεις που επιβάλλει:
α) η Κοινωνία της Πληροφορίας,
β) η απομάκρυνση, κυρίως των νέων, από τον άμεσο και ζωντανό διάλογο λόγω της στενής σχέσης τους με τις ΤΠΕ,
γ) η σημασία επίδειξης δεξιοτήτων επικοινωνίας στον διαπροσωπικό και επαγγελματικό χώρο,
δ) η έκφραση ιδεών με εμπεριστατωμένο τρόπο, η στήριξη απόψεων με ισχυρά επιχειρήματα και η τεκμηριωμένη ανασκευή της αντίθετης άποψης (πρακτικές που απουσιάζουν από τον δημόσιο λόγο και δεν καλλιεργούνται ουσιαστικά στο σχολείο),
ε) η αναγκαιότητα κριτικής στάσης και δυναμικής συμμετοχής των πολιτών στα κοινωνικά δρώμενα,
... αναδεικνύεται η ανάγκη:
α) για παραγωγή ‒ άρθρωση προφορικού λόγου μεστού περιεχομένου, αποτελεσματικού, τεκμηριωμένου και προσαρμοσμένου στις εκάστοτε συνθήκες επικοινωνίας,
β) για ανάπτυξη της αυτοπεποίθησης στη δημόσια ομιλία, ώστε να μπορεί ο μελλοντικός πολίτης να συμμετέχει με παρρησία στα κοινά,
γ) για καλλιέργεια της κριτικής αλλά και της δημιουργικής σκέψης, με συστηματικό τρόπο, ώστε να μπορούν οι μαθητές στον παρόντα αλλά και στον ενήλικο βίο τους να κρίνουν τις παντοειδείς πληροφορίες που δέχονται και να επιλύουν, με εναλλακτικό τρόπο, προβλήματα σε κάθε χώρο,
δ) για κοινωνική και συναισθηματική αγωγή, που προωθεί την ανάπτυξη αλληλοσεβασμού, την αποτελεσματική επίλυση συγκρούσεων, την αυτογνωσία και τη διάθεση συνεχούς αυτοβελτίωσης.
Με ποιον τρόπο θα μπορούσε να επανενταχθεί η Ρητορική στην εκπαίδευση;
Η επιλογή του τρόπου, καθώς και η βαθμίδα / τάξη της πρώτης ένταξης θα καθορίσει και την έκταση της επίδρασης που θα έχει στον μαθητικό πληθυσμό. Θεωρούμε ότι ένα ενιαίο πρόγραμμα, από την προσχολική αγωγή έως και τη Γ΄ Λυκείου, θα ήταν το ιδανικό, ώστε να αναπτυχθεί, με φυσικό και συστηματικό τρόπο, η δεξιότητα παραγωγής προφορικού λόγου και η αποτελεσματική επικοινωνία και ο δημιουργικός τρόπος σκέψης, που παράγει πολλές, καλές και πρωτότυπες ιδέες. Η ρητορική, λοιπόν, θα μπορούσε να ενταχθεί:
- Ως αυτόνομο αντικείμενο με ξεχωριστή βαθμολογία: μια τέτοια, ιδανική, μορφή μαθήματος (Προφορικός λόγος και δημόσια ομιλία / Ρητορική τέχνη και Επικοινωνία) θα έδινε τη σημασία που αρμόζει στην επανεμφάνιση του αντικείμένου.
- Ως διακριτό μέρος της γλωσσικής διδασκαλίας: σε αυτήν την περίπτωση η αξιολόγηση της παραγωγής προφορικού λόγου (ποικίλου είδους και περιεχομένου) θα μπορούσε να θεωρείται εξίσου υποχρεωτική και ισοδύναμη με τη γραπτή.
- Ως μάθημα Project ή ως βιωματική δράση κ.λπ. υποχρεωτική για όλους τους μαθητές, έστω για ένα τρίμηνο κάθε χρόνο.
- Ως προτεινόμενο πρόγραμμα πολιτιστικό / αγωγής υγείας.
- Ως μέθοδος διδασκαλίας που διαχέεται σε όλα τα μαθήματα του αναλυτικού προγράμματος.
Ποιο θα μπορούσε να είναι το περιεχόμενο ενός σύγχρονου μαθήματος ρητορικής τέχνης;
Ένα σύγχρονο πρόγραμμα ρητορικής τέχνης δεν μπορεί παρά να αντλεί στοιχεία από την κλασική παράδοση των αρχαιοελληνικών και ρωμαϊκών ρητορικών σχολών και δασκάλων αλλά και να αξιοποιεί ένα διεπιστημονικό πλαίσιο που θα μπορούσε να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων: στοιχεία βιωματικής και παιγνιώδους μάθησης, θεάτρου, πολιτικής παιδείας, εφαρμοσμένης γλωσσολογίας, κοινωνιογλωσσολογίας, γνωστικής και σχολικής ψυχολογίας, επικοινωνιολογίας. Υποστηρίζουμε ακόμη ότι ο προφορικός λόγος που καλλιεργείται αποκομμένος από τη δημιουργική σκέψη δεν διαθέτει την πρωτοτυπία και την έμπνευση που απαιτείται για να είναι αποτελεσματικός, αυθεντικός και πραγματικά ρητορικός. Για αυτό τον λόγο και δεν θεωρούμε επαρκή την ενασχόληση αποκλειστικά με την πειθώ και την επιχειρηματολογία – εξάλλου η πλειονότητα των θεμάτων που ζητούνται στη δευτεροβάθμια τουλάχιστον εκπαίδευση και μάλιστα στο Λύκειο απαιτούν λογική και γνώσεις των υπέρ και των κατά διαφόρων απόψεων / προτάσεων. Το αποτέλεσμα είναι η εικόνα της ξύλινης γλώσσας των γραπτών της Γ΄ Λυκείου, που αποτελεί κοινή διαπίστωση καθηγητών και διορθωτών. Τέλος, δεν αρκεί μόνο ο λόγος και η σκέψη. Σημασία για έναν ολοκληρωμένο ομιλητή έχει και η συναισθηματική αγωγή του και η ικανότητά του να συνυπάρχει αρμονικά με τους γύρω του, να ανταλλάσσει απλόχερα γνώσεις και εμπειρίες και να ενδυναμώνεται από τη συμμετοχή στην ομάδα.
Με βάση το παραπάνω θεωρητικό πλαίσιο και τους ποικίλους προβληματισμούς που καταγράφηκαν με συντομία, έχει σχεδιαστεί, εφαρμόζεται και αξιολογείται από τη γράφουσα το πρόγραμμα «Τεισίας©» σε ποικίλα μαθησιακά πλαίσια εδώ και 14 χρόνια. Συμπεριλαμβάνεται στην παρούσα πρόταση ως ενδεικτικό παράδειγμα ενός αναλυτικού προγράμματος που λειτουργεί τόσο ως αυτόνομο μάθημα ρητορικής τέχνης αλλά και που μπορεί να διαχυθεί / διασυνδεθεί με όλα τα γνωστικά αντικείμενα ως εργαλείο και σύνολο δραστηριοτήτων[3].
Συνοπτικά, η παραπάνω πρόταση αποτελεί ένα ετήσιο πρόγραμμα βιωματικής μάθησης 30 ωρών (το ελάχιστο) με κύριο στόχο την παράλληλη και συστηματική καλλιέργεια του προφορικού λόγου / των επικοινωνιακών δεξιοτήτων και της δημιουργικής σκέψης. Πιο συγκεκριμένα:
- Αποτελείται από πέντε στάδια, τα οποία εισάγονται σταδιακά και κυκλικά (δηλ. επαναλαμβάνονται σε κάθε συνάντηση), με την παρακάτω σειρά: α) εκφραστική ανάγνωση, β) παιχνίδι ρόλων, γ) αυθόρμητος λόγος, δ) προτρεπτικός λόγος, και ε) διττοί λόγοι / debate. Το χρονικό σημείο εισαγωγής κάθε επόμενου σταδίου εξαρτάται από την ηλικία, το δυναμικό και τα ενδιαφέροντα της ομάδας. Ο στόχος είναι να αποκτηθούν σε κάθε στάδιο δεξιότητες απαραίτητες για το επόμενο, π.χ. στην ανάγνωση η εξοικείωση με τη στίξη και τις παύσεις προετοιμάζει για τη σωστή εκφώνηση ενός προτρεπτικού λόγου, ενώ η ικανότητα αυτοσχεδιασμού στο πλαίσιο του αυθόρμητου λόγου προετοιμάζει για την ετοιμότητα και την αυτοπεποίθηση που απαιτούν οι διττοί λόγοι.
- Καθένα από τα παραπάνω στάδια υποστηρίζεται και εμπλουτίζεται από ένα σύνολο παιχνιδιών και δραστηριοτήτων, ατομικών και ομαδικών, κατάλληλα προσαρμοσμένων στην ηλικία των συμμετεχόντων. Το παιχνίδι αποτελεί, σε κάθε ηλικία, εγγύηση για τη μετάδοση της θεωρίας με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο και μία από τις βασικές αρχές σχεδιασμού προγραμμάτων μη τυπικής εκπαίδευσης.
- Αναπόσπαστη πτυχή του προγράμματος αποτελούν δύο εκτενή παράλληλα προγράμματα, που εντάσσονται σε διάφορα σημεία του προγράμματος (ανάλογα με την ηλικία των συμμετεχόντων): α) πρόγραμμα με δραστηριότητες και παιχνίδια καλλιέργειας της αποκλίνουσας σκέψης και της δημιουργικής επίλυσης προβλήματος («Γραφείον Ιδεών©»), και β) πρόγραμμα με δραστηριότητες και παιχνίδια κοινωνικής και συναισθηματικής αγωγής με έμφαση στην ομαδικότητα, τη συνεργασία, την επίλυση συγκρούσεων, την ικανότητα διαπραγμάτευσης και την ανάπτυξη δεξιοτήτων ζωής, όπως είναι οι ηγετικές ικανότητες.
- Θεμελιώδης για την παρούσα πρόταση, τέλος, είναι ο συντονισμός της ομάδας από έναν δάσκαλο-εμψυχωτή και διευκολυντή, ικανό να πραγματοποιήσει και ένα σύνολο προτεινόμενων παιχνιδιών γνωριμίας / επικοινωνίας / ομαδικότητας, προκειμένου να αναπτύξει σταδιακά την απαραίτητη για την ομάδα αίσθηση του «ανήκειν». Για αυτό και το πρόγραμμα περιλαμβάνει και ένα σύνολο ανάλογων ασκήσεων που αξιοποιούνται ως «προθέρμανση» σε κάθε συνάντηση.
Ολοκληρώνοντας τη συνοπτική παρουσίαση αυτής της πρότασης, σημειώνουμε ότι η αγάπη για τη (μητρική) Γλώσσα και για όσα εκείνη συνεπάγεται απορρέει από τον σεβασμό που αναπτύσσουμε από μικρή ηλικία αλλά και από τον θαυμασμό που μας γεννάται μέσα από την αποτελεσματική χρήση της. Η ρητορική παιδεία αποβλέπει στο να νιώσουν και να απολαύσουν σταδιακά οι μαθητές, είτε ως δημόσιοι ομιλητές είτε απλώς ως συζητητές στην καθημερινότητα, τη δύναμη των λέξεων και τη χαρά της έκφρασης των ιδεών τους. Μέσα από τη συνεχή εξάσκηση θα οπλιστούν με όλα όσα χρειάζονται για να μάθουν να ανταποκρίνονται σε (δια-)προσωπικές προκλήσεις και να προσαρμόζονται σε ποικίλες καταστάσεις.
Η παρούσα πρόταση ευελπιστεί να λειτουργήσει ως αφετηρία συζητήσεων για ένα πραγματικά μαθητοκεντρικό σχολείο που δίνει τον λόγο στους μαθητές και θέλει να ακούει τη γνώμη τους και που, κυρίως, τους βοηθά να μάθουν να παράγουν ιδέες και να τις εκφράζουν αποτελεσματικά. Θεωρούμε ότι το ζητούμενο και αυτό που λείπει, τελικά, για μια ουσιαστική αλλαγή στον χώρο της Παιδείας είναι αυτό ακριβώς: η συμμετοχή, το βίωμα, το νόημα στην καθημερινή σχολική πραγματικότητα.
Βάλια Λουτριανάκη
[1] Από το 1836 έως και τη δεκαετία του ’80 αφενός το γλωσσικό ζήτημα και αφετέρου η μαθητοκεντρική και αυταρχική, ενίοτε, ατμόσφαιρα δεν επέτρεψαν να δοθεί έμφαση στην καλλιέργεια του προφορικού λόγου των μαθητών.
[2] Η παρούσα πρόταση κινείται σε γενικό πλαίσιο και φιλοσοφία ανάλογη με εκείνη των προτάσεων που έχουν κατατεθεί στον παρόντα διάλογο και από άλλα δύο μέλη του ΔΣ της Ένωσης (η γράφουσα είναι η πρόεδρος), του Γιώργου Μπίκου (αντιπροέδρου) και της Φωτεινής Εγγλέζου (Γενικής Γραμματέως). Η Ένωση έχει καταθέσει στον διάλογο και ομαδική πρόταση για επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε θέματα που σχετίζονται με τον προφορικό λόγο, την επιχειρηματολογία, την επικοινωνία, τη δημιουργική σκέψη και τις δεξιότητες ζωής (life skills).
[3] Το πρόγραμμα κατατέθηκε στην αρχική μορφή του το 2010 στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και έλαβε έγκριση για να εφαρμοστεί ως έρευνα σχεδιασμού στο πλαίσιο διδακτορικής διατριβής σε 8 δημόσια και ιδιωτικά σχολεία της Αττικής. Επιβλέπουσα της διατριβής, που βρίσκεται στο στάδιο των τελικών πορισμάτων, είναι η καθ. Ευ. Φρυδάκη (ΕΚΠΑ, ΦΠΨ – Τομέας Παιδαγωγικής). Στην ολοκληρωμένη και πιο πρόσφατη μορφή του το πρόγραμμα προτείνεται στα σχολεία της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας (Αρσάκεια-Τοσίτσεια Σχολεία), στο μοναδικό για τα ελληνικά δεδομένα αυτόνομο μάθημα Αγωγής Προφορικού Λόγου. Σημειώνεται ότι η γράφουσα έχει καταθέσει την παρούσα πρόταση και το αναλυτικό πρόγραμμα στο ΙΕΠ και στο Υπουργείο Παιδείας.